Ματθαίος

Ματθαίος
I
(ο ευαγγελιστής, 1ος αι. μ.Χ.). Ένας από τους δώδεκα αποστόλους του Ιησού. Παρότι δεν υπάρχουν ασφαλείς ιστορικές πληροφορίες για τη ζωή του, εικάζεται ότι καταγόταν από τη Γαλιλαία και προερχόταν από εύπορη οικογένεια, καθώς και ότι ασκούσε το επάγγελμα του τελώνη ή του εισπράκτορα των φόρων. Ακολούθησε τον Ιησού και στη συνέχεια κήρυξε στην Παλαιστίνη, όπου συνέθεσε σε αραμαϊκή γλώσσα μια συλλογή με τον τίτλο Λόγια του Χριστού, η οποία χάθηκε. Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, γραμμένο σε ελληνική γλώσσα, δεν φαίνεται να σχετίζεται με το προηγούμενο έργο του, ενώ πιθανολογείται ότι συντέθηκε μετά το 70. Ωστόσο, μερικοί μελετητές, έχοντας υπόψη ότι το Ευαγγέλιο κατέχει την πρώτη θέση στα βιβλία της Καινής Διαθήκης, πιστεύουν ότι γράφτηκε γύρω στο 60 και άλλοι ανάγουν τη συγγραφή του στο 90. Η μνήμη του τιμάται στις 16 Νοεμβρίου.
Η κλήση του απόστολου Ματθαίου», πίνακας του Ιταλού ζωγράφου Καραβάτζιο. Ο Ματθαίος έγραψε το πρώτο Ευαγγέλιο, με βάση τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης.
II
Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.
1. Μ. ο ευαγγελιστής. Βλ. λ. Ματθαίος (ο ευαγγελιστής).
2. Μ. ο μάρτυς. Μαρτύρησε επί Διοκλητιανού (284-305) με αποκεφαλισμό μαζί με τον Ιούστο. Η μνήμη του τιμάται στις 21 Ιουλίου.
3. Μ. ο όσιος. Έγινε μοναχός έπειτα από προτροπή της συζύγου του, οσίας Αθανασίας.
III
Όνομα δύο πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως.
1. Μ. Α’ (τέλη 14ου – αρχές 15ου αι.). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1397-1410). Ήταν μαθητής του αγιορείτη ασκητή Μάρκου και αργότερα του Νείλου, του μελλοντικού πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως. Διακρίθηκε για τη μόρφωση, την αυστηρή ηθική και τη διοικητική του ικανότητα στα εκκλησιαστικά ζητήματα.
2. Μ. Β’ (τέλη 16ου – αρχές 17ου αι.). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1595, 1598-1602). Διατήρησε την εκκλησιαστική εξουσία μόνο για 20 μέρες και κατόπιν αποσύρθηκε στο Άγιο Όρος. Το 1598 κλήθηκε να διαδεχτεί τον Ιερεμία Β’ στον πατριαρχικό θρόνο μέχρι το 1602, αλλά και πάλι παραιτήθηκε, αποσύρθηκε στο Άγιο Όρος, όπου και πέθανε. Στη διάρκεια της πατριαρχίας του μεταφέρθηκε η έδρα του Πατριαρχείου από τον ναό του Αγίου Δημητρίου του Κανάβη της συνοικίας Ξυλόπορτας στον ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
IV
(Άνδρος ; – Άγιο Όρος 1775). Πατριάρχης Αλεξανδρείας (1746-67). Διετέλεσε μητροπολίτης Λιβύης, ενώ όταν εξελέγη πατριάρχης βρισκόταν στο Βουκουρέστι. Ο Μ. διακρίθηκε για την πνευματική του καλλιέργεια, τον άμεμπτο χαρακτήρα του και τις σπουδαίες υπηρεσίες που πρόσφερε στην Εκκλησία και στο Γένος. Κατόρθωσε να διευθετήσει τις οικονομικές υποθέσεις του Πατριαρχείου, το οποίο ήταν χρεωμένο, και υπήρξε ίσως ο πρώτος πατριάρχης ο οποίος, μετά τον Μελέτιο τον Πηγά, συνήψε άμεσες σχέσεις με τους Αιθίοπες και συνετέλεσε στην αναζωπύρωση των ελληνικών παραδόσεων σε αυτή τη χώρα. Το 1767 παραιτήθηκε από το εκκλησιαστικό του αξίωμα και αποσύρθηκε στο Άγιο Όρος, όπου και μόνασε μέχρι τον θάνατό του.
V
Όνομα ιστορικών προσώπων.
1. Μ. Άγγελος Πανάρετος (; – 1273). Ανώτερος αυλικός του Βυζαντίου. Το 1273 εστάλη από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο (1291-82) ως πρεσβευτής στον πάπα Γρήγοριο Γ’. Ωστόσο το πλοίο, το οποίο τον μετέφερε, ναυάγησε, και ο Μ. πνίγηκε κοντά στον Μαλέα. Σώζονται διάφορα έργα του εναντίον των καινοτομιών των Λατίνων.
2. Μ. ο Βατοπεδινός. Μοναχός, από την Έφεσο. Μόνασε στο Άγιο όρος, στη μονή Βατοπεδίου και διακρίθηκε για τις μουσικές γνώσεις του, καθώς και για την επιδεξιότητά του στις μελοποιήσεις. Μουσουργήματα του Μ. δημοσιεύθηκαν στο δίτομο Δοξαστάριο του Χουρμούζιου (1859). Ο Μ. πέθανε σε πολύ βαθιά γεράματα.
3. Μ. ο Βυζάντιος (τέλη 16ου – αρχές 17ου αι.). Ιερομόναχος και αρχιμανδρίτης. Όταν ζούσε στο Σμολένσκ της Ρωσίας (1606), έγραψε τη βιογραφία του βασιλιά της Μοσχοβίας Δημήτριου και του βοεβόδα και άρχοντα της Λεχίας (Πολωνίας Σαντομίρου).
4. Μ. ο εξ Εδέσσης (; – 1144). Αρμένιος χρονικογράφος, ο οποίος έζησε στην Έδεσσα της Μακεδονίας. Έγραψε μια πολυσέλιδη και αξιόλογη αρμενική χρονογραφία με τον τίτλο Ιστορία της Αρμενίας, Συρίας και των περί αυτάς χωρών, η οποία συνεχίστηκε μέχρι το 1162 από τον ιερέα Γρηγόριο. Ορισμένες περικοπές του έργου αυτού μεταφράστηκαν στα γαλλικά από τον άγιο Μαρτίνο. Το 1858 εκδόθηκε στο Παρίσι ολόκληρο το χρονικό, με τον τίτλο Οι ιστορικοί των Σταυροφοριών. Αρμενικά έγγραφα. Πέθανε κατά την άλωση της Έδεσσας από τους Τούρκους.
5. Μ. ο ιστορικός (13oς αι.). Άγγλος χρονικογράφος. Μόνασε το 1217 στο μοναστήρι Σεντ Άλμπανς. Το κυριότερο από τα έργα του τιτλοφορείται Μεγάλο Χρονικό και χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο αποτελεί επεξεργασία και συμπλήρωμα του χρονικού του χρονικογράφου Ρότζερ Γουεντόβερ, ενώ το δεύτερο περιλαμβάνει τα γεγονότα της περιόδου 1235-59 και θεωρείται ιδιαίτερα αξιόλογη πηγή για τη μελέτη της ιστορίας της Αγγλίας εκείνης της εποχής. Ο Μ. εικονογράφησε τα χρονικά του με χάρτες και μικρογραφίες.
6. M., επίσκοπος Μυρέων (Πωγωνιανή, Ήπειρος 1550; – Βλαχία 1624). Κωδικογράφος και στιχουργός. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Εμφανίζεται το 1595 ως πρωτοσύγκελλος του οικουμενικού πατριαρχείου, το οποίο του αναθέτει αποστολές στη Μόσχα (1595-97 και 1606), στην Πολωνία (1597-1600 και 1606) και στη Μολδαβία (1606). Το 1605 χειροτονήθηκε τιτουλάριος επίσκοπος Μυρέων και έκτοτε έζησε κυρίως στη Βλαχία, όπου σχετίστηκε με τους τοπικούς ηγεμόνες και τιμήθηκε για τη λογιωσύνη του. Ως αντιγραφέας χειρογράφων (λειτουργικών κυρίως) ο Μ. θεωρείται ο κορυφαίος μιας ομάδας κωδικογράφων στην οποία οφείλονται ίσως οι ωραιότεροι αφηγηματικοί κώδικες της μεταβυζαντινής περιόδου. Από τα στιχουργήματά του το πιο αξιόλογο είναι η Ιστορία των κατά την Ουγγροβλαχίαν τελεσθένων, που από το 1638 ανατυπώθηκε δεκάδες φορές. Σε χιλιάδες ζευγαρωτούς δεκαπεντασύλλαβους ο Μ. εξιστορεί τα κατορθώματα και τους βίους των ηγεμόνων της Βλαχίας από το 1601 έως το 1617, ασκεί κριτική για πρόσωπα και γεγονότα, παροτρύνει τους Έλληνες άρχοντες και εμπόρους που ζουν στη Βλαχία να μην περιφρονούν τους ντόπιους, αναπολεί το βυζαντινό παρελθόν και θρηνεί την άλωση της Κωνσταντινούπολης.
7. Μ. ο εκ Γανοχώρων (τέλη 18oυ – αρχές 19ου αι.). Λόγιος, ιερομόναχος. Χρημάτισε δάσκαλος στη Σηλυβρία (1780-90) και αργότερα προσελήφθη στο Βουκουρέστι ως δάσκαλος στην Ακαδημία της πόλης. Έγραψε τα βιβλία με τους τίτλους Περί συντάξεως των οκτώ μερών του λόγου (1775) και Επιγράμματα εις Όρμον σωτήριον Βασιλείου του Ποστελνίκου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ματθαίος — ο 1. μαθητής του Χριστού και ένας από τους τέσσερις ευαγγελιστές. 2. Ματθαίος, ο και Μαθιός, ο και Μάνθος, ο σύγχρονο κύριο όνομα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ματθαίος Καντακουζηνός — Βλ. λ. Καντακουζηνός. Επώνυμο βυζαντινής οικογένειας, της οποίας τα μέλη έδρασαν στην Κωνσταντινούπολη και στις βυζαντινές κτήσεις της Πελοποννήσου (4.) …   Dictionary of Greek

  • Χατζάκος, Ματθαίος — (1861 – 1941). Ανώτατος δικαστικός. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ακολούθησε τον δικαστικό κλάδο στον οποίο διακρίθηκε ιδιαίτερα. Για τη βαθύτατη γνώση του των νόμων και της ορθής ερμηνείας του διετέλεσε δύο φορές υπουργός… …   Dictionary of Greek

  • Άγιος Ματθαίος — Sp Ãgios Matėjas Ap Άγιος Ματθαίος/Agios Matthaios L Graikija (Kerkyros s.) …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Άγιος Ματθαίος — Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ., 1.583 κάτ.) της Κέρκυρας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λευκιμμαίων του νομού Κερκύρας …   Dictionary of Greek

  • Βλαστάρις, Ματθαίος — (αρχές 14ου αι.). Βυζαντινός νομοκανονολόγος. Για τη ζωή του δεν είναι γνωστά πολλά πράγματα, παρά μόνο ότι έζησε στο Άγιον Όρος και στη Θεσσαλονίκη. Το 1335 φαίνεται πάντως ότι ήταν ώριμος ήδη συγγραφέας, αφού είναι γνωστό ότι τον χρόνο αυτό… …   Dictionary of Greek

  • Δεβαρής, Ματθαίος — (Κέρκυρα αρχές 16ου αι. – Ρώμη 1581). Λόγιος της Αναγέννησης. Μετά τις σπουδές του στη Ρώμη και την προσχώρησή του στην Δυτ. Καθολική Εκκλησία, υπηρέτησε ως βιβλιοθηκάριος ή δάσκαλος της ελληνικής στα ανάκτορα διαφόρων καρδινάλιων (Ριντόλ,… …   Dictionary of Greek

  • Καμαριώτης, Ματθαίος — (Θεσσαλονίκη, ; – 1489). Λόγιος. Ξεκίνησε από το 1435 να διδάσκει φιλοσοφία στην Κωνσταντινούπολη, όπου είχε μάλιστα μαθητή τον κατοπινό πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Μετά την Άλωση χρημάτισε δάσκαλος της Πατριαρχικής Σχολής, που ιδρύθηκε τότε από …   Dictionary of Greek

  • Καρυοφύλλης, Ματθαίος-Ιωάννης — (Χανιά 1566 – 1635). Λόγιος και καθολικός κληρικός. Σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στη Ρώμη και χειροτονήθηκε διάκονος. Μεταξύ 1597 και 1601 διετέλεσε επίσκοπος Κισσάμου στην Κρήτη, αλλά εκδιώχθηκε λόγω της πολεμικής του ενάντια στην Ορθόδοξη… …   Dictionary of Greek

  • Καφάτος, Ματθαίος — (12ος αι.). Βυζαντινός αξιωματούχος. Ήταν ένας από τους δώδεκα γιους αρχοντικών οικογενειών της Κωνσταντινούπολης, τους οποίους έστειλε στην Κρήτη ο αυτοκράτορας Αλέξιος Β’ Κομνηνός (1180 83), για να στελεχώσουν τη φεουδαρχική διάρθρωση του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”